Τρίτη 26 Ιουνίου 2012


Σ κάποια χώρα πλησίον τς Κωνσταντινουπόλεως, νομαζομένην βυδο, κατοικοσε νας ρθόδοξος κα ελαβς χριστιανς μ τν πίσης νάρετη κα θεοφιλ σύζυγό του Σοφιαν κατ τ τος 1607.
Κάποια φορ σθένησε Σοφιαν κα παρέμεινε στ κρεββάτι π εκοσι μέρες χωρς ν μπορε ν σήκωση οτε τ κεφάλι της. Κατ τν δύσι το λίου τς 3ης Αγούστου πλωσε τ χέρια της στν οραν κα φάνηκε σν ν ξέπνευσε. λοι ο συγγενες της τότε τοίμαζαν τ ρμόδια γι τν ταφ χωρς ν μπορον π κανέναν ν παρηγορηθον. Διεπίστωσαν μως τι κάτω π τν ριστερ μαστό της τ μέρος κενο ταν θερμό, πότε κα τν φησαν σαβάνωτη μέχρις του τελείως νεκρωθ.
ν τ μεταξ λθε κα κατ σάρκα δελφή της κα μέσα στν πελπισία κα τν πόνο της πρε κρύο νερ κα ράντισε τν Σοφιαν ποα συνλθε κα επε τ ξς στν δελφή της ννα: «Καλλίτερα ν μν εχες λθει, δελφή μου, δ διότι περισσότερη ζημία κα θάνατο μο προξένησες, παρ ζω πρόσκαιρη, διότι ο φωνές σου μ ξέβαλαν π τν φωτειν κενο Παράδεισο κα τν νέκφραστη δόξα το Θεο πο πελάμβανα. πρεπε, θλια, ταν μ εδες νεκρή, ν χαιρόσουν περισσότερο κα ν εχαριστοσες τν Θεό, παρ τώρα που μ βλέπεις κα νέζησα».
φο επε κα λλα πολλ κα γινε καλλίτερα τς ζήτουν ο παρευρισκόμενοι ν διηγηθ τ μυστήρια το Θεο πο εδε στν λλη ζωή. κείνη ζήτησε Πνευματικ ν τ ξομολογηθ καί, ἐὰν κενος κρίνη τι εναι ελογο, ν τ μάθουν κα λλοι. λθε λοιπν Πνευματικς ερόθεος Κουκουζέλης, Προηγούμενος τς ερς Μονς Σταυροβουνίου Κύπρου, ποος μ πατριαρχικ προσταγ λθε γι ν ξομολογήσ τν Σοφιανή, ποία κα διηγήθηκε τ ξς:
«Καθς σηκώθηκα κα νεκάθισα στ κρεββάτι μου, λιποθύμησα κα βλέπω μπροστά μου να στραπόμορφο νεανία, ποος κρατοσε στ χέρια του να χρυσ δοχεο γεμάτο νερ κα μο επε: Σοφιανή, γνωρίζω τι χεις μεγάλη δίψα κα καρδιά σου φλέγεται π τν σθένεια. ν μως πις ατ τ ζωοπάροχο νερό, θ γιαίνης στν ψυχ κα στ σμα κα θ χης παντοτειν χαρά. γώ, κούοντας ατά, σκίρτησα π χαρά, κα λλο τίποτε δν θελα παρ ν βλέπω τν φαινόμενο κενο νέο. ταν λαβα τ ποτήρι ατ στ χέρια μου γι ν τ πι, δν ξέρω πς, ρπάχθηκα π τν ζω κα π τρία μερονύκτια λειπα π τ σμα, δ ψυχή μου κολούθησε κενο τν νέο κα νεβαίναμε στν ορανό. περάσαμε πτ σφαιροειδες κύκλους το ορανο μέσα σ σκότος βαθ κα κατόπιν φθάσαμε σ᾿ να φωτειν κα πανευώδη τόπο, πρ το ποίου ερίσκοντο δυ ψηλς κα πανθαύμαστες πύλες. δεξι ταν κατασκευασμένη π καθαρ χρυσ κα πολύτιμους λίθους, ν ριστερ π χαλκ κα ναμμένο σίδερο, πο φαινόταν σν φλογερο νθρακες. Γύρω π ατν στέκοντο πλθος π φρικωδέστατους πλισμένους γίγαντες πο φύλαττον τν πύλη κα γ τότε μεινα φωνος π τν φόβο μου.
- Μο λέγει δηγός μου: Βλέπεις, δελφή, ατς τς πύλες; Ατς εναι ο πύλες τς δικαιοσύνης κα μν χρυσ εναι τς Βασιλείας τν Ορανν, δ σιδερένια τς κολάσεως τν μαρτωλν.
φήσαντες ατς τς πύλες νεβήκαμε ψηλότερα σ φωτεινότερο τόπο, που στέκοντο πειρα πλήθη φωτομόρφων νδρν τν ποίων ο θέσεις δν ταν λες σ να τόπο, λλ λλου ταν ψηλότερα κα λλου χαμηλότερα.
Τότε δηγός μου μ τοποθέτησε νάμεσα στος γγέλους κα μο επε: Σοφιανή, δ σκύψε κα προσκύνησε. μέσως τότε γ σκυψα κα προσκύνησα μ πολ φόβο, λλ ποιν προσκύνησα δν εδα. κενος πάλι μ᾿ σήκωσε κα μο επε: Στάσου δ ν γνωρίσης τ τεράστια τς Δευτέρας Παρουσίας το Κυρίου, κα μετ τ λόγια ατ εδα να πύρινο, λαμπρ κα βασιλικ θρόνο, κάτω π τν ποο ταν να νθρώπινο χέρι τ ποο κρατοσε μία ζυγαριά.
Γύρω π ατν τν θρόνο στέκοντο ναρίθμητα πλήθη γγέλων, ο ποοι νέβαιναν π τν δ πο λθα κα γώ, μεταφέροντας ψυχς νθρώπων, νδρν, γυναικν κα παιδιν κα ταν τς νέβαζαν δ, λεγαν: Προσκυντε, κα κενες ο ψυχς προσκυνοσαν, πως δηλαδ κανα κα γώ. πάνω στν φοβερ θρόνο, μέσα σ φωτεινς νεφέλες, καθόταν Δεσπότης Χριστός, νδεδυμένος να γαλαζοπόρφυρο νδυμα. γ π τν δυνατ λάμψι το προσώπου Του, δν μπόρεσα ν Τν τενίσω. Ο παριστάμενοι γγελοι ψαλλαν τό: γιος, γιος, γιος, Κύριος ν κα προν κα φανες ς νθρωπος Θεός, λέησον τ πλάσμα σου. ν λλοι γγελικο χορο ψαλλαν τό: γιος, γιος, γιος Κύριος Σαβαθ πλήρης ορανς κα γ τς δόξης Σου. κενοι πο ταν μαζί μας ψαλλαν τό: Δόξα ν ψίστοις Θε κα π γς ερήνη ν νθρωποις εδοκί, λλοι δ ψαλλαν τό: λληλούϊα ν τρες φορές, ν λλοι τό: μήν, μήν, μν κα οδέποτε παυαν τν δοξολογία τους.
π τ δεξι το Χριστο στεκόταν Θεοτόκος κα ριστερ Τίμιος Πρόδρομος, πως τος εκονίζουν ο γιογράφοι. Ο γγελοι, ταν τελείωναν τν δοξολογία τους, προσκυνοσαν τν Κύριο κλίνοντες τς κεφαλές τους, δ Κύριος ψωνε τ χραντα χέρια Του κα τος ελογοσε. π τ Δεσποτικ δάκτυλα τν χεριν Του πεφταν ποταμηδν πολύτιμοι λίθοι κα μαργαρίτες, πράγμα τ ποο βλέποντας γώ, φριξα κα ρώτησα τν δηγό μου τί εναι ατ τ μυστήρια, κενος μο επε:
- Βλέπεις, Σοφιανή, τος μαργαρίτες κα τος πολύτιμους λίθους πο πέφτουν π τ δεξ χέρι το Δεσπότου κα κατέρχονται στν γ; Ατο εναι τ φατο λεός Του, πειρος γάπη, τν ποία χει πρς τ γένος τν νθρώπων, τν ρθοδόξων χριστιανν κα γι᾿ ατ πέμπει τν ελογία Του στ σπίτια τν γαθν ρθοδόξων χριστιανν, πο φυλάττουν παρασάλευτη τν πίστι σ᾿ Ατν κα σ σους ξομολογονται καθαρ τς μαρτίες τους, φαρμόζουν τς θείες ντολς κα πέχουν π τ θελήματα το διαβόλου, λους ατος τος ελογε κα τος λυτρώνει π κάθε κακό. Ατο πο λεον κα γαπον τν πλησίον τους, πολαμβάνουν ζντες ατς τς ελογίες κα μετ τν θάνατό τους κληρονομον τν δ διαμον κα μακαριότητα.
Ο φλογοειδες πύρινοι κόμποι πο πέφτουν π τ ριστερό Του χέρι σημαίνουν τν θυμό, τν ργ κα τν γανάκτησί Του γι᾿ ατος πο κάνουν μαρτωλ ζω κα δικον τν πλησίον τους. Ατο χι μόνο στερονται τν πρόσκαιρη ζωή, λλ κα παραπέμπονται στ αώνιο πρ γι ν κολάζωνται μ τος κάθαρτους δαίμονες.
ριστερ π τν θρόνο κα τν ζυγαριά, πο επαμε, διακρινόταν μέγα χάσμα, π τ ποο ξερχόταν φόρητη δυσωδία, θειαφώδης αρα καπνο κα ναρίθμητες σπαρακτικς φωνς νθρώπων πο συνεχς φώναζαν τό: «οα κα τ λλοίμονο».
Ο γγελοι φερναν τς ψυχς τν νθρώπων π τν γ καί, φο προσκυνοσαν, τς δηγοσαν σ ξέτασι λων τν ργων τους πο καναν στν γ, κα τ μν καλ τ θεταν στ δεξ μέρος τς ζυγαρις τ δ πονηρ στ ριστερό της. Κατόπιν τς σεσωσμένες κα γιες ψυχς δινε ντολ Χριστς κα τς δηγοσαν ο γγελοι στν τόπο πο ερισκόταν χρυσ πύλη, ν τς μετανόητες κα μαρτωλς ψυχς τς ρριχναν σ κενο τ χάος τς βύσσου. Τότε ο γγελοι χαίροντο κα εφραίνοντο γι τς σεσωσμένες ψυχές, ν λυποντο κα σκυθρώπαζον γι τς κολασμένες.
κείνη τν στιγμ φεραν ο γγελοι μία ψυχή, τς ποίας πλεόναζαν ο μαρτίες της π τ γαθά της ργα κα πρόκειτο Κύριος ν κάνη νεμα στος γγέλους ν τν ρίξουν στ χάος. Τότε μως παρουσιάσθηκε μπροστ Κυρία Θεοτόκος κα Τίμιος Πρόδρομος κα παρακαλοσαν τν Κύριο λέγοντας: «Ο οκτιρμοί Σου, Μακρόθυμε, νικον τν ργή Σου· ν κα εναι μαρτωλ ατ ψυχή, δν παυσε ν φυλάγη τν ληθιν σ Σένα πίστι κα γι᾿ ατ Σ κετεύουμε ν τν συγχώρησης». ν ατο παρακαλοσαν τν Χριστό, λθαν κα ο γγελοι προβάλλοντες τς λεημοσύνες, τς Λειτουργίες, τ κεριά, τ λάδι, τς προσφορς κα τ μνημόσυνα τ ποα κανε. κόμη νέβηκαν κα ο προσευχς τν ερέων, ο ποοι λειτουργοσαν γι᾿ ατ τν ψυχ κα ο γαθοεργίες τν γονέων κα συγγενν της πο προσφέρθησαν στος πτωχος γι τν νάπαυσί της. π πλέον κούσθηκαν ο δεήσεις τν πτωχν, πο λαβαν τς λεημοσύνες π τος συγγενες της, λέγοντες τό: « Θες ν τν συγχώρηση».
Τότε κούσθηκε φων το Δεσπότου ν λέγη: «δο γι τν δέησι τν ερέων μου κα τν δελφν μου τν πτωχν, δίνω συγχώρησι σ᾿ ατ τν ψυχή». ν λοιπν πρόκειτο ν νεύση Κύριος μ τ δεξί Του χέρι ν βάλουν ο γγελοι τν ψυχ ατ μαζ μ τος δικαίους, φθασαν στν Θρόνο Του ο δυρμοί, ο φωνές, τ μοιρολογήματα κα ο γανακτήσεις τν γονέων της κα ο βλασφημίες κατ το Θεο, τς ποες λεγαν πηρεασμένοι π τν θλίψι τους κα τσι ξεδήλωναν τν πιστία τους στ νδέκατο ρθρο το Συμβόλου τς Πίστεως: «Προσδοκ νάστασιν νεκρν». ταν συνέβησαν ατά, ργίσθηκε πολ Κύριος κα επε: «πειδ δν ρκέσθηκαν στς δεήσεις τν ερέων μου, λλ κα ντιμάχονται ναντίον μου, ν σηκώσετε ατ τν ψυχ κα ν τν ρίψετε στ σκότος τ ξώτερο». Ο γγελοι τότε πολ λυπήθηκαν γι᾿ ατ τν ψυχή, λλ κάνοντας πακο στν Χριστό, πραν τν ψυχ κα τν ριξαν στ χανς κενο βάραθρο τς κολάσεως. Τότε τολμησα κα γ ταλαίπωρη ν ρωτήσω τν δηγ γγελό μου: «Γιατί, Κύριέ μου λυπονται τόσο πολ ο γγελοι, ταν ρίχνεται κάποια ψυχ στ βάραθρο τς κολάσεως;»
κενος μο επε: «Ατ τ χάος εναι κενο πο χωρίζει τος δικαίους π τος μαρτωλος κα βυθίζει σους πέσουν στν φώτιστο ατ τόπο το δου, στν ποο κολάζονται αωνίως. Ἐὰν χουμε λοι ο γγελοι χαρ γι τος σεσωσμένους, πολ περισσότερο χουμε λύπη γι᾿ ατος πο κολάζονται».
ν μο λεγε ατ γγελός μου, κούω ξαφνικ μεγάλο θόρυβο, διότι ρχοντο γγελοι φέροντες μία ψυχ μ ψαλμωδίες κα θυμιάματα, λαμπάδες κα φωτοχυσίες. Ατ ψυχ ρχόταν μ πολλ χαρ κα παρρησία, ο δ ψυχς τν δικαίων λθαν γι ν τν προϋπαντήσουν. Εχε μακαρία ατ ψυχ τ νδυμά της λευκ κα καθαρ σν τν λιο κα δν φερε καμμία κηλίδα στίγμα μαρτίας, πως εχαν ο λλες ψυχές. Τ νδυμα ατ νομίζω τι θ ταν στολ το γίου Βαπτίσματος, τ ποο φύλαξε μόλυντο κα γι᾿ ατ λαμπε τόσο πολύ. λθε λοιπν ατ ψυχ κα προσκύνησε, πως λες κατ τν συνήθειαν. Τότε λοι ο γγελοι βόησαν μεγαλόφωνα λέγοντας: «Σ εχαριστομεν, Παντοκράτωρ Δέσποτα, διότι εδαμε ψυχ δικαίου καθαρ κα μόλυντη π τν μαρτία». Τότε κούσθηκε βροντώδης φων το Δεσπότου λέγουσα: «Πάρετε ατ κα ν τν ναπαύσετε μαζ μ τος γίους». πειτα στρέφοντας τν λόγο του κα τ χέρι Του πρς μένα, επε: «Ν δηγήσετε κα τν Σοφιαν ατ στς κατοικίες κα μονς τν γίων μου, γι ν τς δ· πειδ μως τν ναζητον πολλο στν κόσμο, ν τν πιστρέψετε στ σμα της γι ν σωθον κα λλοι π τν ξιστόρησι ατς τς πτασίας πο ξιώθηκε δ ν δ. ν γωνισθ ν πόκτηση κα λλες ρετς κα εδοκίμηση τελείως, τότε θέλει ν ξιωθ μετ π τρες χρόνους ν᾿ πολαύση μεγαλύτερες τιμές».
Μ ατ τ λόγο το Δεσπότου μ ρπαξε γγελος κα κολουθήσαμε κείνη τν δικαία ψυχή, νωθέντες μ λλες σεσωσμένες ψυχές. Φθάσαμε μπροστ π τν χρυσ κείνη πύλη το Παραδείσου. Ξαφνικ εδα μπροστά μου τν Κυρία Θεοτόκο μ νέκφραστη δόξα κα μαζί της πόστολος Πέτρος, ποος κρατοσε στ χέρια του κλειδιά. νοιξε τν ραία κείνη πύλη κα μπκε πρώτη Θεοτόκος κατόπιν Πέτρος κα μετ ο γγελοι μ τς ψυχς πο μετέφεραν. Μ ατος πήγαινα κα γ βιαζόμενη ν συμπορεύωμαι μ τν Θεοτόκο. τόπος ατς ταν τόσο φωτοστόλιστος κα πανευώδης, στε θαύμαζα κα χαιρόμουν νεκδιήγητα. Τ δαφος κενο δν μοίαζε μ τν στερε γ τν δική μας, ποία χει νηφόρες, κατηφόρες, πέτρες, ποτάμια κα σα λλα βλέπουμε, λλ ταν λευκ σν τ καθαρ βαμβάκι χρυσ φασμα στολισμένο μ ποικίλους πολύτιμους λίθους κα μαργαριτάρια. Εδα πίσης δένδρα ψηλά, εώδη κα κατάφορτα π νθη κα ραιότατους καρπούς, πο μοίαζαν μ ρόδα κα κρίνα. Κάτω π τ δένδρα φαίνοντο τι ταν χρυσοπόρφυρα στρώματα πάνω στ ποα ναπαύοντο νδρες, γυνακες κα παιδιά, μεταξ τν ποίων γνώρισα πολλος π τν πατρίδα μου τν βυδο κα π τν πόλι ατή, ο ποοι εχαν πεθάνει.
κε εδα τν ερέα πατέρα μου ωάννη κα τν μητέρα μου ναστασία κα μία δελφή μου, πλν μως δν μπόρεσα ν τος πλησιάσω κα ν τος μιλήσω. Ο κατοικίες τους δν ταν μοιες, πως δν ταν μοιες ο ρετς κα τ ργα τους δ στν γ. Βαδίζοντας κόμη πρς τ μπρς εδα κα τος γίους, ο ποοι ταν σ ψηλ κα φωτεινώτερο τόπο κα περιπατοσαν λοι λευκοφορεμένοι κα νδεδυμένοι μ λαμπρότατο φς. ν τότε ναρωτιόμουν μ τν αυτό μου, ποιο ν εναι ραγε ατοί, στράφη Θεοτόκος πρς μένα κα μο επε: «Σοφιανή, βλέπεις τς ναπαύσεις τν γίων; Βάδιζε γρήγορα ν προφθάσης κα προσκύνησης τν δίκαιο βραάμ, διότι δν θ τν δς καθς τ ποθες». Τότε τρεξα γ κα εδα π μακρι τν βραάμ ν κάθεται σ᾿ να ραιότατο θρόνο κα γύρω του ναρίθμητες ψυχς μ πολλ εφροσύνη κα χαρά. γ τρεχα ν τν δ κα ν τν πολαύσω, πότε μ εδε κενος κα μο νευσε ν τν πλησιάσω. Παίρνοντας περισσότερο θάρρος τρεχα γι ν τν φθάσω, λλ κείνη τν στιγμ κουσα τς φωνς τς δελφς μου κα μ τ κρύο νερ πο ράντισε τ πρόσωπό μου, πανλθα στν αυτό μου κα ασθάνθηκα μεγάλο βάρος κα ψυχρότητα στ σμα μου, σν ν μο ταν πάγος. Σιγ-σιγ μψυχώθηκε τ σμα κα συνλθα τελείως».
φο κουσε ατ μ προσοχ Πνευματικός της τν ρώτησε:
- Εδες κανένα λλο μυστήριο, παιδί μου; Εδες δαιμόνια τελωνιακά, κολάσεις μαρτωλν, πως βλέπουν πολλο λλοι;
Σοφιαν ποκρίθηκε:
- Δν εδα τίποτε περισσότερο, πάτερ μου.
- Γνωρίζεις κανένα γαθό, τν ρωτ ερεύς, πο ν πραξες στν ζωή σου;
- Τί καλ ζητες π μένα τν μαρτωλή, πάτερ; λλά, πειδ μ ναγκάζεις, θ σο επ ατ πο γνωρίζω. Πρν τρία χρόνια, κε πο γνεθα στ πατρικό μου σπίτι, μία μεσημβρία κουσα μεγάλη βο κα ταραχή, σν ν συνέβαινε σεισμς κα τότε βλέπω μ τ μάτια μου τρες εροπρεπες νδρες μ ρχιερατικς στολές, ο ποοι, καθς γνωρίζω π τς εκόνες τους, ταν ο Τρες εράρχαι, Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος κα γιος ωάννης Χρυσόστομος. γ παρέλυσα π τν φόβο μου, κανα τν σταυρό μου κα τος προσκύνησα μ μεγάλο φόβο. κενοι τότε μο επαν:
- Μ φοβεσαι, Σοφιανή, μες εμεθα ο Τρες εράρχαι κα θέλουμε ν φιέρωσς στν Θε τ σπίτι σου γι ν γίνη κκλησία στ νομά μας κα μες θ πρεσβεύουμε γι τν σωτηρία σου.
γ τόλμησα κα τος επα:
- γιοι Δεσπόται μου, εναι ατ τ σπίτι κατάλληλο γι δοξολογία Θεο κα κατοικία δική σας, φο μάλιστα κα μες εμεθα πτωχο νθρωποι κα δν χουμε τν τόπο ν κάνουμε κκλησία, πως ρίζετε; κτς π ατ δν γνωρίζω κα τν γνώμη το συζύγου μου, κόμη κα ν θ μπορέσουμε ν πάρουμε βασιλικ δεια γι τν νοικοδόμησι ατς τς κκλησίας.
κενοι μο επαν:
- Μ στενοχωρσαι πο εναι χρος κάθαρτος κα κοπρώδης, οτε ν φοβσαι γι τν βασιλικ δεια, μόνο φρόντισε σ ν μς τν φιερώσς κα μες λα τ λλα θ τ τακτοποιήσουμε. Διότι κατ τν παλαι ποχ χυρώνας ατς ταν νας δικός μας. ν μως μελήσς κα δν κάνς, πως σο λέγομε, θ παρακαλέσουμε τν Θε ν σο φαιρέσ τν ζωή σου ς παρήκοη.
Μόλις επαν ατ ο γιοι, γιναν φαντοι. ταν τ βράδυ λθε νδρας μου το νήγγειλα λα τ γενόμενα. Μετ π τρες μέρες, μετ τ πόδειπνο κα τν μικρ προσευχή μας, φάνηκαν πάλι ο γιοι μ σεισμ κα μο επαν μεγαλόφωνα:
- Σοφιανή, γιατί δν κανες ατ πο σ ρίσαμε κα μέλλεις ν πεθάνς μ αφνίδιο θάνατο;
γ λέγω τότε το νδρός μου:
- κος τί προστάζουν ο γιοι;
Ατς ποκρίθηκε κα τος επε:
- γιοι Δεσπόται μου, μο τ επε λα Σοφιανή, λλ πειδ εμεθα πτωχο κα δν χουμε τ μέσα, φοβούμεθα δ κα τν ξουσία το κράτους, γι᾿ ατ δν κάναμε τίποτε. πειδ μως ρίζετε ν τν φιερώσουμε στν Θε κα τν γιωσύνη σας, π σήμερα ν γίνη δικός σας τόπος ατός.
Ο γιοι το επαν:
- Αριο τ πρω θ σκάψς μέσα στν χυρώνα κα θ ερης μάρμαρα, σταυρούς, κόμη κα τν γία Τράπεζα κα θ πεισθς τσι στ λόγια μας. Πήγαινε κα στν Σουλτάνο κα ζήτησέ του τν δεια κα μες θ τν καταπείσουμε ν σς τν δώσ.
φο επαν ατ ο γιοι, νεχώρησαν. μες λη κείνη τν νύκτα τν περάσαμε μ δοξολογίες στν Θε κα τ πρω νακοινώσαμε τ γεγονς στος συγχωριανούς μας κα λοι τρεξαν μ σκαπτικ ργαλεα ν βοηθήσουν στ σκάψιμο. Πράγματι, ερήκαμε τν γία Τράπεζα π λευκ μάρμαρο κα λλα κκλησιαστικ ντικείμενα πο ταν χωμένα. πήραμε μ εκολία κα τν δεια π τν Σουλτάνο κα ρχισε νοικοδόμησις τς κκλησίας. μες εχαμε μερικ χωράφια, τ πουλήσαμε κα γοράσαμε διάφορα ναγκαα πράγματα γι τν κκλησία κα φο τελείωσαν ο δουλειές, μ πατριαρχικ δεια, λθε γιος μητροπολίτης Κίτρους κα τν γκαινίασε. μες κατόπιν φύγαμε π τ χωριό μας κα γκατασταθήκαμε στν Κωνσταντινούπολι παίρνοντας σπίτι μ νοίκιο. μως σ παρακαλ, γιε Πνευματικέ μου, ν πείσης τν νδρα μου ν μο πιτρέψη ν γίνω μοναχ γι ν κλάψω τς μαρτίες μου ατ τ τρία τη πο μο ποσχέθηκε Κύριος τι θ μείνω κόμη σ᾿ ατ τν ζωή
Πνευματικός της κουοντας ατά, επε στν νδρα της ν μ τν μποδίσ ν πραγματοποιήσ τν διακα της πόθο. κενος το επε τι μετ π δυ χρόνια θ πνε μαζ στος γίους Τόπους ν προσκυνήσουν τ ερ Προσκυνήματα κα ν φιερωθον στν Θεό.
Πράγματι, φο πούλησαν τ πάρχοντά τους, φυγαν γι τ εροσόλυμα κα κε ξωμολογήθηκαν τ πάντα στν Πατριάρχη Σωφρόνιο. Μετ κοινώνησαν τν χράντων Μυστηρίων κα μν Σοφιαν πγε σ μοναστήρι κα γινε μοναχ μ τ νομα Σωφρονία, δ νδρας της πγε σ νδρικ κα π Χρστος πωνομάσθηκε Χαρίτων.
ΨΥΧΩΦΕΛΕΙΣ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ
Τ διδακτικ κα θαυμαστ στορικ ατ γεγονότα το τεύχους ατο
προέρχονται
π τ ψυχωφελέστατο βιβλίο ΟΠΤΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΗ ΖΩΗ τ
ν κδόσεων ρθοδόξου Κυψέλης.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροή δεδομένων

Ετικέτες-Κατηγορίες

p.Ioannis.Kiparissopoulos. Από το Blogger.

Πληροφορίες

Αναγνώστες

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Για να μπείτε στήν Αγία Γραφή κάντε κλίκ στην εικόνα

ΠΑΤΕΡΙΚΑ

ΠΑΤΕΡΙΚΑ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις με τα Πατερικά κείμενα κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ Ο ΙΑΤΡΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΑΣ Ο ΙΑΤΡΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΙ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΙ ΙΣΑΑΚ ΟΙ ΣΥΡΙΟΙ

ΑΓΙΟΙ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΙ ΙΣΑΑΚ ΟΙ ΣΥΡΙΟΙ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΞ Αγίου Ιωάννου Σιναϊτου

ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΞ  Αγίου Ιωάννου Σιναϊτου
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Ορθόδοξο Συναξάρι

Επικοινωνήστε μαζί μας…...

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

ΓΕΡΩΝ  ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ

ΓΕΡΩΝ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής

Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως

Άγιος Νεκτάριος Επίσκοπος Πενταπόλεως
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΝΕΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ
Για να μπείτε στις αναρτήσεις κάντε κλίκ στην εικόνα

Συνολικές προβολές σελίδας